επανωθε

επανωθε
    ἐπάνωθε
    ἐπ-άνωθε(ν)
    I
    (ᾰ) adv.
    1) сверху, наверху
    

ἄλλα ἔθνη ἐ. Thuc. — другие племена, жившие выше;

    κούφα σοι χθὼν ἐ. πέσοι! Eur. (при — прощании с умершим;
    ср. лат. sit tibi terra levis) да будет тебе легка земля!

    2) прежде, ранее
    

οἱ ἐ. Theocr. — люди старого времени, предки

    II
    в знач. praep. cum gen. выше, над
    

(φέρειν τι ἐ. τινος Plat.)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "επανωθε" в других словарях:

  • επάνωθε(ν) — (AM ἐπάνωθε[ν]) επίρρ. επάνω, από επάνω, εκ τών άνω («περνά ένα μαύρο σύννεφο, επάνωθέ τους στέκει», Βαλαωρ.) αρχ. 1. στην επάνω χώρα, στην πάνω περιοχή, στα μεσόγεια («τῶν γὰρ Μακεδόνων εἰσί... ἄλλα ἔθνη ἐπάνωθεν», Θουκ.) 2. (για χρόνο) φρ. «oἱ… …   Dictionary of Greek

  • ἐπάνωθε — ἐπάνωθεν above indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Liste lateinischer Phrasen/S — Lateinische Phrasen   A B C D E F G H I L M N O P Q R S T U V Inhaltsverzeichnis 1 …   Deutsch Wikipedia

  • επάνω — και πάνω και απάνω και πάνου και (ε)πά (AM ἐπάνω, Μ και πάνω και ἀπάνω και πάνου και [έ]πά) (επίρρ. συχνά και ως πρόθ.) 1. ψηλά, στο πάνω μέρος ή στην πάνω επιφάνεια («ἐπάνω κατακεισόμεθ ἡμεῑς», Αριστοφ.) 2. (με άρθρο) ως επίθ. αυτός που… …   Dictionary of Greek

  • κούφος — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Παράλιος οικισμός (υψόμ. 10 μ., 2 κάτ.) του νομού Χαλκιδικής. Βρίσκεται στη νοτιοδυτική ακτή της χερσονήσου της Σιθωνίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Τορώνης. Έχει χαρακτηριστεί παραδοσιακός οικισμός. 2. Πεδινός… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»